Μπροστά μας το φθινόπωρο του 2022, εγκαταλείπουν τις ακρογιαλιές τουρίστες,
μας τρομάζει το κόστος της ενέργειας και η καλπάζουσα ακρίβεια αγαθών αλλά σήμερα θα καλέσω την προσοχή σας σε ένα θέμα διαχρονικά σημαντικό, στην «ταυτότητα» που σχετίζεται με το ανδρικό ή το γυναικείο φύλο μας.
Με τη συγκεκριμένη «ταυτότητα» σχετίζεται και ο ρόλος που θα διαδραματίσουμε στο κοινωνικό σύστημα μέσα στο οποίο συμβιώνουμε και επιβιώνουμε και στηρίζεται, μεταξύ άλλων, και στην υποκειμενική εκτίμηση που όλοι έχουμε για το σύνολο τόσο της σωματικής μας διάπλασης όσο και των ψυχοκοινωνικών χαρακτηριστικών της προσωπικότητάς μας.
Πολλά έχουν αλλάξει με το πέρασμα του χρόνου, αλλά η ταυτότητα που διαφοροποιεί τα δύο φύλα προφανώς θα χρειαστεί πολύ δρόμο ακόμη ώσπου να φτάσει σε επίπεδα απόλυτης ισότητας.
Ο Βρετανός σεξολόγος Dr Havelock Ellis έγραψε τον περασμένο αιώνα ότι «οι πανίσχυρες διαδικασίες του σεξ είναι συνυφασμένες με την υπαρξιακή οντότητα κάθε άνδρα και κάθε γυναίκας, καθώς αποτελούν θεμελιακές σωματικές, οργανικές μας λειτουργίες, που είναι ίσως συνώνυμες και με την ίδια ακόμη τη διαδικασία της ζωής…». Αυτό δεν σημαίνει ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει δίχως σεξ, ενώ σίγουρα ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει χωρίς νερό, οξυγόνο ή τροφή.
Κάθε παιδί μαθαίνει να ξεχωρίζει τα δύο φύλα γύρω στα 2 με 3 χρόνια της ζωής του, όπως ακριβώς μαθαίνει, π.χ., ότι το λαστιχένιο στρογγυλό αντικείμενο που χοροπηδά όταν το χτυπάμε το λέμε μπάλα.
Καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν, προσθέτουν στην αρχική τους αντίληψη και κατανόηση της διαφοράς των δύο φύλων πέρα από τα σωματικά και άλλα ψυχοκοινωνικά χαρακτηριστικά. Συνειδητοποιούν, δηλαδή, με το πέρασμα του χρόνου και με οπτικοακουστικές αντιλήψεις ότι οι άνδρες είναι «σκληροί», ενώ οι γυναίκες είναι «ευαίσθητες».
Σε μια πρωτοποριακή, πριν αρκετές δεκαετίες, και κλασική πλέον έρευνα, ο Αμερικανός συνάδελφος Dr Jerome Kagan, διακεκριμένο μέλος της Αμερικανικής Ψυχολογικής Εταιρείας (στην οποία έχω την τιμή να ανήκω ως τακτικό μέλος τεδώ και 5 δεκαετίες), είχε διαπιστώσει ότι για τα παιδιά του νηπιαγωγείου «ο τίγρης είναι αρσενικός, ενώ σε αντιδιαστολή το κουνελάκι είναι θηλυκό».
Η διαδικασία της ταύτισης
Μεγαλώνοντας σε οικογένειες όπου υπάρχουν δύο γονείς, τα παιδιά αναπτύσσουν μια έντονη, όχι μόνο κοινωνική και ψυχολογική αλλά και «σωματική», ταύτιση με τον γονιό του ίδιου φύλου.
Δίνω ιδιαίτερη έμφαση στις οικογένειες όπου υπάρχουν δύο γονείς καθώς όχι μόνο στις ΗΠΑ αλλά και στην Ευρώπη οι μονογονεϊκές οικογένειες αυξάνονται με ραγδαίους ρυθμούς, ενώ το ανάλογο ποσοστό στην πατρίδα μας αυξάνει αλματωδώς…
Στη συνέχεια της πορείας προς την ενηλικίωση, μέσα στην παρέα και στην κλίκα, τα παιδιά σφυρηλατούν την αντίληψη του φύλου με γνώμονα τις θέσεις της κοινωνικής ομάδας στην οποία ανήκουν.
Έτσι, για παράδειγμα, ένα παιδί υπέρβαρο ή με πολλές ευαισθησίες ενδέχεται να δημιουργήσει υποκειμενικές αμφιβολίες για τη σεξουαλική του ταυτότητα, εφόσον ζει σε μια γειτονιά όπου τα αγόρια ξεχωρίζουν από τα κορίτσια με κυρίαρχο κριτήριο τη σωματική τους διάπλαση και τις αθλητικές δεξιότητες.
Αντίθετα, ένα τέτοιο αγόρι δεν θα αντιμετώπιζε παρόμοιο πρόβλημα μεγαλώνοντας μέσα σε παρέες όπου η αξία του ατόμου εστιάζεται σε εγκεφαλικούς προβληματισμούς και πνευματικές ανησυχίες.
Για τον πατέρα της Ψυχανάλυσης Dr Sigmund Freud η διαφορά των κοινωνικών ρόλων ανδρών – γυναικών ήταν πρώτιστα βιολογική υπόθεση συγκεκριμένης ανατομικής κατασκευής.
Αξιοσημείωτη είναι η θέση του ανθρωπολόγου Dr Lionel Tiger που διατείνεται ότι μεταξύ των ανδρών υπάρχει μια «άγραφη, άφωνη συμφωνία» σκοπιμότητας, επειδή σε σημαντικές κοινωνικές, πολιτισμικές, στρατιωτικές ή οικονομικές λειτουργίες η συνύπαρξη ανδρών γυναικών σε ίση βάση θα ήταν καταστροφική!..
Πολλά κοινωνικά συστήματα διαφοροποιούν τους ρόλους του άνδρα και της γυναίκας με βάση βιολογικά «ψευδό-ή-δήθεν χαρακτηριστικά», τα οποία, όμως δεν επιβεβαιώνονται όταν υποβληθούν σε προσεκτική ανάλυση και αξιολόγηση.
Στις ευρωπαϊκές κοινωνίες, όπως και στην Ελλάδα, ο θηλυκός ρόλος έχει περισσότερα στοιχεία συναισθηματικής ευαισθησίας από τον ανδρικό ρόλο.
Στην Περσία, πριν την επιβολή του Θεοκρατικού καθεστώτος των Αγιατολάχ, όμως, οι άνδρες έπρεπε να δείχνουν τα συναισθήματά τους, γιατί αν δεν το έκαναν, μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι υστερούν σε ένα σημαντικό δεδομένο βιολογικό τομέα. Εκεί, δηλαδή, οι άνδρες ήταν τα ευαίσθητα άτομα που δεν χρειάζονταν να είναι πρακτικά και λογικά όντα, καθώς οι γυναίκες θεωρούνταν πρακτικά άτομα που διακρίνονταν για την ψυχρή λογική τους.
Η ανθρωπολόγος Dr Margaret Mead πριν πολλές δεκαετίες είχε αναφέρει στις μελέτες της ότι στη Νέα Γουινέα υπήρχε ταύτιση σε βασικά στοιχεία των ρόλων του άνδρα και της γυναίκας, ενώ ανάμεσα σε ορισμένες φυλές της Αφρικής και Ινδιάνων της Αμερικής οι γυναίκες θεωρούνται σεξουαλικά πιο ικανές από τους άνδρες και γίνονται περισσότερο επιθετικές, παίρνοντας πολλές σεξουαλικές πρωτοβουλίες.
Στον τομέα της σεξουαλικής επιθετικότητας, στην πατρίδα μας και άλλες δυτικές κοινωνίες, την πρωτοβουλία, μέχρι και πριν μερικά χρόνια, κατά κανόνα έπαιρνε ο άνδρας.
Στις τελευταίες 3 δεκαετίες, όμως, φαίνεται ότι αυτή η δοσμένη και αναμενόμενη πραγματικότητα έχει αρχίσει να αλλάζει σε σημαντικό και αξιοπαρατήρητο βαθμό καθώς τώρα κορίτσια και γυναίκες παρουσιάζονται περισσότερο επιθετικές και αγόρια και άνδρες μοιάζει να έχουν χάσει τον αρχέγονο χαρακτήρα του κυνηγού!..
Πιο επιθετικές οι γυναίκες;
Ακόμη και σε θέματα μυϊκής αντοχής και δύναμης, ενώ στη Δύση πιστεύουμε ότι ο άνδρας υπερέχει, σε πολλές φυλές της Αφρικής οι γυναίκες αποτελούν τον κύριο κορμό της εργατικής – παραγωγικής τάξης, ακριβώς επειδή οι άνδρες θεωρούνται αδύναμα όντα.
Σίγουρα κάθε ρόλος έχει το δικό του κόστος. Οι άνδρες παραπονιόμαστε ότι ξοδεύουμε άσκοπα χρόνια στη στρατιωτική θητεία και αργούμε να εισπράξουμε τη σύνταξή μας, ενώ οι γυναίκες με τη σειρά τους κατηγορούν την κοινωνία ότι τις καθηλώνει στο σπίτι, μακριά από την καριέρα και επαγγελματικές ικανοποιήσεις μέσα από τον ρόλο της μητρότητας.
Η κλασική Φροϋδική θέση που ήθελε τη γυναίκα να διακατέχεται από «φαλλικό φθόνο» δεν φαίνεται να ισχύει και τόσο στις μέρες μας. Αν υπάρχει φθόνος στις γυναίκες, αυτός εστιάζεται περισσότερο στην κοινωνική ισχύ και την κοινωνική αναγνώριση (το prestige) που διαθέτουν οι άνδρες και λιγότερο στην κατοχή του ανδρικού φαλλού.
Υπάρχουν σήμερα άνδρες που βλέπουν με καλό μάτι τις προσπάθειες εξίσωσης των ρόλων των δύο φύλων, καθώς διανύουμε την Τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα, ενώ ταυτόχρονα υπάρχουν εκείνοι οι υπερασπιστές του ανδρικού ρόλου που αντιμάχονται με φανατισμό μια τέτοια ιδέα, όπως ακριβώς την υπερασπίζονται με φανατισμό κάποιες φεμινιστικές οργανώσεις.
Σίγουρα βελτιώθηκε σημαντικά η θέση της σύγχρονης γυναίκας σε σύγκριση με εκείνη μαμάδων και γιαγιάδων, αλλά η ισότητα ανάμεσα στα δύο φύλα είναι ακόμη ένας μακρινός απόηχος μιας επιθυμίας που δεν φαίνεται να πραγματώθηκε στην πληρότητά της ακόμη και στις «προηγμένες» κοινωνίες της Δύσης όπου βέβαια διαδραματίζουν δυναμικούς ρόλους τα κινήματα τύπου ΛΟΑΤΚΙ.
Για περισσότερα δείτε το βιβλίο μου «Εμείς οι Έλληνες, ο Έρωτας και το SEX»
————————————-
*O Γιώργος Πιπερόπουλος, Δρ Κοινωνιολογίας – Ψυχολογίας, είναι Επίτιμος Καθηγητής Μάνατζμεντ και Μάρκετινγκ στο Βρετανικό Πανεπιστήμιο Durham, συνταξιούχος καθηγητής Μάνατζμεντ, Επικοινωνίας και Δημοσίων Σχέσεων και πρώην Πρόεδρος του Τμήματος Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας