Εορτή του Αγίου Σάββα, του Ηγιασμένου

Εορτή του Αγίου Σάββα, του Ηγιασμένου

Τη μνήμη του Αγίου Σάββα του Ηγιασμένου τιμά σήμερα, 5 Δεκεμβρίου, η Εκκλησία μας. Ο Άγιος Σάββας καταγόταν από ένα χωριό της Καππαδοκίας, το Μουταλάσκη. Ήταν γιος ευσεβών γονέων, του Ιωάννη και της Σοφίας.

Από πολύ μικρός γνώρισε τις Θείες βουλές και αποφάσισε να αφιερωθεί στο μοναστικό βίο. Είχε τόση πίστη που κάποτε μπήκε σε ένα κλίβανο πυρός από τον οποίο βγήκε αβλαβής με τη βοήθεια του Θεού.

Όταν ήταν δεκαοχτώ ετών έφυγε από το μοναστήρι των Φλαβιανών και πήγε στα Ιεροσόλυμα. Από εκεί πήγε στην έρημο της Ανατολής για να συναντήσει τον Μέγα Ευθύμιο. Ο Μέγας Ευθύμιος τον έστειλε σε ένα κοινόβιο, στο οποίο ήταν υπεύθυνος ο Όσιος Θεόκτιστος.

Ο Άγιος Σάββας κατά την παραμονή του στο κοινόβιο “έλαμψε” λόγω του χαρακτήρα του και των αρετών του. Μάλιστα ήταν τόσο σοβαρός και ηθικός (παρά το νεαρόν της ηλικίας του), που προσαγορεύτηκε παιδαριογέροντας από τον Μέγα Ευθύμιο. Ο Άγιος Σάββας όσο μεγάλωνε τροφοδοτούσε όλο και περισσότερο το πνεύμα του, γι’αυτό και τιμήθηκε με το Χάρισμα της Θαυματουργίας.

Το Χάρισμα αυτό το χρησιμοποιηούσε στην ίαση των φτωχών και των ασθενών και έτσι επιτέλεσε σημαντικότατα έργα. Για την Αγιότητα της ζωής του και για τη μεγάλη του φήμη, είχε σταλεί από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων δυο φορές πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη, προς το βασιλιά Αναστάσιο και έπειτα προς τον Ιουστινιανό. Σε ηλικία ενενήντα τεσσάρων ετών, το 534 μ.Χ., παρέδωσε ειρηνικά την Αγία του ψυχή στον Κύριο.

Εορτολόγιο: Διογένης Σάββας, Σάβας, Σαββούλης, Σαββούλα, Σαβούλα, Σαβούλη.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Tῶν ὁσίων ἀκρότης καὶ ἀγγέλοις ἐφάμιλλος ὡς γὰρ ἡγιασμένος ἐδείχθης ἐκ παιδός, Σάββα ὅσιε. Οὐράνιον γὰρ βίον ἀπελθῶν, πρὸς ἔνθεον ζωὴν χειραγωγεῖς διὰ λόγου τε καὶ πράξεως ἀληθοῦς, τοὺς πίστει ἐκβοῶντας σοι. Δόξα τῷ δεδοκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.

Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς, τῆς ἐρήμου τὸ ἄγονον ἐγεώργησας· καὶ τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατὸν τοὺς πόνους ἐκαρποφόρησας· καὶ γέγονας φωστήρ, τῇ οἰκουμένῃ λάμπων τοῖς θαύμασι, Σάββα Πατὴρ ἡμῶν Ὅσιε, Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἠμῶν.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὡς ἀπὸ βρέφους τῷ Θεῷ θυσία ἄμωμος, προσενεχθεὶς δι᾽ ἀρετῆς, Σάββα μακάριε, τῷ σε πρὶν γεννηθῆναι ἐπισταμένῳ· ἐχρημάτισας Ὁσίων ἐγκαλλώπισμα, πολιστής τε τῆς ἐρήμου ἀξιέπαινος· διὸ κράζω σοι, Χαίροις Πάτερ ἀοίδιμε.

Μεγαλυνάριον
Ὤφθης ὑποτύπωσις καὶ κανών, θεοφόρε Σάββα, ὡς τοῦ Πνεύματος θησαυρός, Ὁσίων Πατέρων, ῥυθμίζων καὶ ἰθύνων, πρὸς κλῆρον ἀφθαρσίας τοὺς πειθομένους σοι.

Ὁ Οἶκος
Σοφίας ὑπάρχων βλάστημα, Σάββα Ὅσιε, παιδιόθεν ἐπόθησας Σοφίαν τὴν ἐνυπόστατον· ἣ συνοικήσασά σοι, ἀπὸ γῆς σε ἐχώρισε, καὶ πρὸς ὕψος ἀνήγαγεν, ἐξ ἀΰλων ἀνθέων πλέξασα στέφανον, καὶ τῇ σῇ ἐπιθεῖσα ἡγιασμένῃ κάρᾳ θεόφρον· ᾧπερ κεκοσμημένος, ἐξιλέωσαι τὸ Θεῖον, τοῦ δοθῆναί μοι σοφίαν λόγου ἐπαξίως, ὅπως ἀνυμνήσω τὴν ἁγίαν σου κοίμησιν, ἣν ἐδόξασε Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν· διὸ καὶ ἡμεῖς κράζομέν σοι· Χαίροις Πάτερ ἀοίδιμε.

Κάθισμα
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Τὸν βίον εὐσεβῶς, ἐπὶ τῆς γῆς ἐκτελέσας, δοχεῖον καθαρόν, σὺ τοῦ Πνεύματος ὤφθης, φωτίζων τοὺς ἐν πίστει σοι, προσιόντας Μακάριε· ὅθεν αἴτησαι, τὸν σόν Δεσπότην φωτίσαι, τὰς ψυχὰς ἡμῶν, τῶν ἀνυμνούντων σε Σάββα, θεόφρον Πατὴρ ἡμῶν.

ΚΟΜΜΑ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΩΝ

Αφήστε ένα σχόλιο

Η διεύθυνση email σας δεν θα δημοσιευτεί.